1title1_left.jpg (5370 bytes) 1title1_right.jpg (11103 bytes)
   

  Αρχική
  Γυμνάσιο
  Αξιοθέατα
  Νέο Σούλι
  Κάμερες
  Καιρός
  Κοσμογραφία
  Συζητήσεις
  Αναφορές
  Αναζήτηση
  Επικοινωνία
           




 

Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια;

   

    Από τα παιδικά μου χρόνια θυμούμαι μόνο τυραννία, βάσανα κι άλλο τίποτα.

 

 

Πόσα αδέρφια είχατε;

   

    Επτά αδέρφια ήμασταν.

 

 

Πώς ήταν ο τρόπος ζωής;

   

    Φτωχικά περνούσαμε σαν γεωργοί.

 

 

Οι αγροτικές ασχολίες έφερναν κέρδος;

   

    Τα πράγματα ήταν δύσκολα. Θα πεις, γιατί; Γιατί το εμπόριο δεν γινόταν όπως έπρεπε με τα καπνά. Οι έμποροι όταν ήθελαν μας τ’ αγόραζαν κι όταν δεν ήθελαν δεν τ’ αγόραζαν. Ό,τι ήθελαν έκαναν οι Αμερικάνοι.

 

 

 

Τι θυμάστε από το ξέσπασμα του Β΄ παγκόσμιου πολέμου;

   

    Στο στρατό δεν πήγα γιατί ήμουν ο πρώτος από πολύτεκνοι οικογένεια ο πόλεμος του ’40 με βρήκε στο χωριό. Ήμουν ακριβώς 19 χρονών. Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος, στις 28 Οκτωβρίου, ήταν ημέρα Δευτέρα.

 

 

Ποία ήταν τα πρώτα νέα από το μέτωπο;

 

    Ο ελληνικός στρατός πολεμούσε με αυταπάρνηση απέναντι στους Ιταλούς και κατάφερνε να τους νικάει. Πήραμε την Κορυτσά, τους Αγίους Σαράντα και τελευταία θα μπαίναμε στα Τίρανα, αν δεν επέμενε ο Γερμανός.

 

 

 

Τι θυμάστε από τους Γερμανούς;

   

    Το 1941, στις 6 Απριλίου κήρυξαν τον πόλεμο και οι Γερμανοί κατά της Ελλάδος. Δεν μας έφτασαν μόνο οι Ιταλοί, που ήταν 45 εκατομμύρια, μας χτυπά και ο Χίτλερ. Τ’ αεροπλάνα εκατό-διακόσια πετούσαν πάνω από το χωριό. Οι Γερμανοί ήταν προοδευμένοι με αεροπλάνα, τανκς, αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες. Οι Έλληνες δεν είχαμε αυτά τα μέσα. Κι όμως αντιστάθηκε ο στρατός τέσσερις μέρες πάνω στο Ρούπελ και σκοτώθηκαν 30 χιλιάδες Γερμανοί εκεί. Όταν κατέβηκαν προς τα εδώ, ως άτομα ήταν ευγενείς, όχι όπως οι Βούλγαροι άγριοι. Δεν έκαναν ζημιά καθόλου εδώ. Πέρασαν κι έφυγαν προς τα κάτω κι έκαναν αργότερα ασχήμιες. Εδώ έμειναν οι σύμμαχοί τους οι Βούλγαροι.

 

 

Τι θυμάστε από τη βουλγαρική κατοχή;

 

    Εδώ είχαμε την τυραννία των Βουλγάρων, που χτυπούσαν την καμπάνα από το πρωί και βγαίναμε στη δουλειά. Το βραδάκι, στο ηλιοβασίλεμα, ξαναχτυπούσαν την καμπάνα και μπαίναμε στο χωριό. Τη νύχτα δεν κουνιόταν ούτε φύλλο. Μονάχα οι Βούλγαροι γύριζαν μέσα στο χωριό. Μας φερόταν σκληρά, πολύ σκληρά. Με το παραμικρό, σ’ έπιαναν σ’ έβαζαν κάτω και σε χτυπούσαν 25 φορές κι έλεγαν «ντβάισετ πετ», δηλαδή «25 ξυλιές να φάει». Η ζωή ήταν δύσκολη δεν είχαμε ψωμί, εκείνα που βγάζαμε μας τα έπαιρναν και μας έδιναν κουπόνια. Αν δεν κλέβαμε θα πεθαίναμε όλοι. Κλέβαμε αναγκαστικά από το δικό μας προϊόν.

 

 

 

Υπάρχει κάποιο περιστατικό που σημάδεψε το χωριό;

 

    Στις 10 Μαρτίου του 1943, περνούσε ο βουλγαρικός στρατός για να πάει στο Άγιο Πνεύμα, στο χωριό, δήθεν για ενίσχυση επειδή παρουσιάστηκαν αντάρτες. Μόλις έφτασαν σε μία διακλάδωση κοντά στο χωριό, οι ίδιοι πυροβόλησαν έναν βούλγαρο φαντάρο. Τότε οι Βούλγαροι βρήκαν ευκαιρία και για αντίποινα συνέλαβαν 70 άτομα. Μετά από ξυλοδαρμούς στο στρατόπεδο (Εμμ. Παπάς), εκτέλεσε τελικά 11 άτομα, τα πέντε άπω την οικογένεια Δεδούση Θεοφάνη. Τον Δεδούση Θεοφάνη, τον Ιωάννη το Βασίλη, το Γιώργη. Στις 13 Μαρτίου έκαψαν και το σπίτι του Θεοφάνη Δεδούση. Μαζί κάηκαν τέσσερις γυναίκες κι ένας άνδρας της οικογένειας. Η Παναγή, η Βαΐτσα η νύφη Στεριανή, μια άλλη νύφη και ο Αναστάσης, γιος του Θεοφάνη που δεν συλλάβει οι Βούλγαροι. Μεγάλοι καταστροφή έγινε.

 

 

 

Πότε καλυτέρεψαν τα πράγματα μετά τον πόλεμο;

   

    Οι καλλιέργειες προόδευσαν από το ’55 και μετά. Τελείωσε πρώτα ο ανταρτοπόλεμος ο εμφύλιος σπαραγμός δηλαδή, και μετά ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται στα σπίτια του, να εργάζεται και να προκόβει. Ο ανταρτοπόλεμος άρχισε στο χωριό μας, στο Νέο Σούλι, το 1947 με 1948. Δεν είχαμε δικούς μας απ’ το χωριό πάνω στο βουνό και δε μας ενοχλούσαν οι αντάρτες. Μετά έφυγαν για το βουνό τέσσερα άτομα από το χωριό μας. Τότε αρχίσουν να κατεβαίνουν οι αντάρτες κι εδώ. Εμείς οι νέοι, από το φόβο να μη μας πάρουν, άλλοι κατεβαίνουμε στο Κουί , στο υπόγειο κι άλλοι στα Σέρρας. Παίρναμε μαζί και τα ζώα, άλογα και μουλάρια που μας είχε δώσει η UNRA. Αυτό πήγε για δύο–τρία χρόνια. Το ’49 στις 10 Φεβρουαρίου οι αντάρτες χτύπησαν τα Σέρρας, στην Καμενίκια, νύχτα. Τους κυνήγησε ο στρατός και η αστυνομία και κρύφτηκαν και ξημερώθηκαν στη βάλτα κάτω από το Νέο Σούλι. Την άλλη μέρα οι αντάρτες και ο στρατός συγκρούστηκαν κοντά στο Νέο Σούλι από το πρωί ως το βράδυ. Κάηκαν σπίτια, αχυρώνες, σκοτώθηκαν και πολλοί αντάρτες. 150 αντάρτες γλίτωσαν ενώ ήταν 1000-1200. Τους κουβαλούσαμε με τα γαϊδουράκια και τα κάρα και τους θάψαμε όλους μαζί. Μερικοί ήρθαν από άλλα χωριά και αναγνώρισαν δικούς τους νεκρούς αντάρτες, αγόρια και κορίτσια, και τους πήραν. Και χώρια τα σκυλιά που κουβαλούσανε άλλο χέρι εδώ, άλλο πόδι εκεί και ένα σωρό τέτοια. Και αν δεν προλάβαινε ο στρατός, ως το βράδυ δε ξέρουμε τι θα γινόταν. Ή θα μας έπαιρναν στο βουνό ή θα έκαιγαν το χωριό. Αυτά βέβαια πάνε, πέρασαν. Ο κόσμος προχώρησε και πρόκοψε, άλλοι εδώ, άλλοι στη Γερμανία.

 

 

 

Ευχαριστούμε για τις αναμνήσεις που μοιραστήκατε μαζί μας.

 

 

Την συνέντευξη πήραν οι μαθητές της Γ' τάξης: Καλαθά Φωτεινή, Αναστασιάδου Ιωάννα, Σάββας Κώστας

 

 

Νέο Σούλι 14/10/2003