1title1_left.jpg (5370 bytes) 1title1_right.jpg (11103 bytes)
   

  Αρχική
  Γυμνάσιο
  Αξιοθέατα
  Νέο Σούλι
  Κάμερες
  Καιρός
  Κοσμογραφία
  Συζητήσεις
  Αναφορές
  Αναζήτηση
  Επικοινωνία
           




 

Η ΠΑΝΑΓΗ

Γράφει ο κ. Θεοφάνης Χαλέμης*

(Διατηρήθηκαν οι τίτλοι των κειμένων καθώς και η ορθογραφία και η σύνταξη της εποχής)

Εις τον νομόν Σερρών τραγουδιέται το τραγούδιον «η Παναγή» και αρκετάς φοράς το περιλαμβάνουν εις τα προγράμματα των και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί Ε.Ρ.Τ. 1 και Ε.Ρ.Τ. 2.

Η εκφωνήτρια όμως καθ' εκάστην φοράν επαναλαμβάνει ότι το τραγούδιον τούτο είναι του χωρίου Πεντάπολις, επαρχίας Σερρών, νομού Σερρών.

Προς απόδειξιν της αληθείας και αποκατάστασιν της παρατυπίας της καταγωγής του τραγουδιού και επειδή αρκετοί αγνοούν την αιτίαν δι' ην συνετάγη και εμελωποιήθη τούτο δι' αυτό εσκέφθην να το εξιστορίσω εγγράφως.

Συνετάγη, λοιπόν και εμελωποιήθη εις το χωρίον Νέον Σούλιον, επαρχίας Σερρών, νομού Σερρών, το έτος 1905 και η αφορμή ελήφθη εκ του εξής γεγονότος.

Εις το Νέον Σούλιον υπήρχεν την εποχήν εκείνην και υπάρχει εισέτι, εν διόροφον οίκημα του αειμνήστου Ζαχαροπούλου Γεωργίου, επωνομαζομένου κολακευτικώς «Γιωργούση», το οποίον κατά τα έτη 1900-1925 εχρησιμοποιείτο υπό των καπνεμπόρων ως καπναποθήκη, καπνομάγαζον, «μαγαζί», δια την επεξεργασίαν του καπνού.

Εις το χωρίον τούτο υπήρχον και υφίστανται ακόμη και έτερα τοιαύτα οικήματα, άτινα εχρησιμοποιούντο ως καπναποθήκαι, καπνομάγαζα, «μαγαζιά» ήτοι του αειμνήστου Βένετη Μιχαήλ και του ιερού ναού Αγίας Μεγαλομάρτυρας Μαρόνης, όπερ επυρπολήθη το έτος 1928.

Εις ταύτα ειργάζοντο ως καπνεργάται και καπνεργάτριαι, συνήθως νέοι και νέαι, τόσον εκ Νέου Σουλίου όσον και εκ των περιχώρων Αγίου Πνεύματος (Βεσνίκου) και Εμμανουήλ Παπά (Δοβίστας), επίσης δε και εκ του περίφημου χωρίου Χωριστής (Τσιατάλτζα), επαρχίας Δράμας, νομού Δράμας, όπερ χωρίον είχεν και έχει πολλούς και αρίστους καπνεργάτας.

Μεταξύ τούτων ειργάζετο εις την καπναποθήκην, «μαγαζί», του αειμνήστου Ζαχαροπούλου Γεωργίου «Γιωργούση» και η Μάρθα, θυγατήρ του Λιόλιου Σωτηρίου και της Χρυσάνθης, ηλικίας τότε περίπου 22 ετών, γεννηθείσα εν Νέω Σουλίω Σερρών και κατοικούσα ομοίως, ήτις ήτο φίλη της περί ης πρόκειται Παναγής Γκόγκα, θυγατρός του Αθανασίου και της Μαρίας, ηλικίας τότε 22 ετών, γεννηθείσα εν Νέω Σουλίω Σερρών και κατοικούσα ομοίως.

Η ειρημένη Γκόγκα  Παναγή, ούσα άγαμος, ερωτεύθη έναν νέον καπνεργάτην εξ  Εμμανουήλ  Παπά   (Δοβίστας),  εργαζόμενον  είς  την καπναποθήκην,   «μαγαζί του αειμνήστου Ζαχαροπούλου Γεωργίου «Γιωργούση».

Τους έρωτας των νέων δεν τους πληροφορούνται πάντοτε οι γονείς των αλλά εν προκειμένω τον τοιούτον της Γκόγκα Παναγής τον επληροφορήθηκαν εγκαίρως οι γονείς της και την έθεσαν υπό παρακολούθησιν.

Ημέραν τινά το έτος 1905 η ειρημένη Γκόγκα Παναγή μετέβη εις την καπναποθήκην, εις το οίκημα επεξεργασίας καπνού, το «μαγαζί», του αειμνήστου Ζαχαροπούλου Γεωργίου «Γιωργούση», οχι, δια να εργασθή αλλά δια να συναντηθή, μετά του εραστού της.

Δεν παρήλθον παρά ολίγα μόνον λεπτά της ώρας, ότε κατέφθασεν εκεί και ο πατήρ της Γκόγκα Παναγής, ονόματι Γκόγκας Αθανάσιος, κρατών εις χείρας του μία, βασταγαριάν, όστις άνευρε την θυγατέρα του ταύτην να συνομιλή με καπνεργάτας εξ Εμμανουήλ Παπά, μεταξύ των οποίων ήτο και ο ερωμένος της.

«Βασταγαριά» ονομάζεται, εν ξηρόν σκληρόν και αντοχής ξύλον, συνήθως κρανιάς, πάχους και ύψους περίπου βακτηρίας (μπαστουνιού) και εις το άνω άκρον είναι ωσάν μία μικρά διχάλα, όχι τεχνική αλλά φυσική. Η βασταγαριά χρησιμεύει είς τους γεωργούς και υλοτόμους ως στήριγμα κατά την φόρτωσιν φορτίων εις ζώα διά σαγμάτων, ήτοι όταν είναι μόνοι των και αφού φορτώσουν το ήμισυ φορτίον από την μία πλευράν του σάγματος θέτουν είς το σχοινίον, δι' ου εδέθη το φορτίον, την διχάλαν της βασταγαριάς και είτα στηρίζουν την ετέραν άκρην αυτής εις την γήν. Αυτή συγκρατεί, στηρίζει, το βάρος του φορτωθέντος φορτίου ότε ο γεωργός ή ο υλοτόμος φορτώνει είς την ετέραν πλευράν του σάγματος του ζώου το υπόλοιπον και ισοβαρές φορτίον.

Η βασταγαριά είναι σύνθετος λέξις, εκ της βαστά (κρατά) και της τοιαύτης γερά (δυνατά) και ενώ κανονικώς θα έπρεπε να ονομάζεται «βασταγερά» μεταφορικώς συνηθίζεται και λέγεται «βασταγαριά», ίσως προς ευκολίαν της προφοράς της.

Εις τίνας περιοχάς της χώρας το ξύλον και «εργαλείον» τούτο της βασταγαριάς το ονομάζουν «φούρκα».

Αμέσως ο Γκόγκας Αθανάσιος αποτανθείς είς την θυγατέρα του Παναγήν την ερώτησε «τι γυρεύς εδώ αρή Παναγή, τι σμπουρίζς με τς Ντουβισνοί ή ως αναφέρεται είς το σχετικόν τραγούδιον «Η ΠΑΝΑΓΗ».

Αρή σημαίνει καλή, αρίστη, σμπουρίζεις ομιλείς και Ντουβισνοί ή Δουβισνοί οι καταγόμενοι και κάτοικοι Δοβίστας (Εμμανουήλ Παπά).

Η Παναγή δια να δικαιολόγηση την επίσκεψίν της αυτήν απήντησε: «Γώ δεν ήρτα τάτα για τις Ντουδισνοί μόν, ήρτα να ιδώ την Μάρθα», ως αναφέρεται εις το σχετικόν τραγούδιον «Η ΠΑΝΑΓΗ».

«Τάτα» σημαίνει πατέρα.

Ο λόγος δικαιολογίας της Παναγής δεν έπεισε τον πατέρα της, όστις άλλωστε εγνώριζε περί του ερωτικού της δεσμού και ουδεμία αμφιβολίαν είχεν ότι αυτή αφίχθη είς την καπναποθήκην, το «μαγαζί», δια να συναντήση τον εραστήν της ότε ύψωσε την βασταγαριάν και ήρχισε να την κτυπά, προς δε την έσπρωξε προς την κλίμακα της καπναποθήκης.

Η Παναγή μετά το σπρώξιμον ήρχισε να κατρακυλά (κουρδουκλά) την κλίμακα της καπναποθήκης. Την ηκολούθησε κατεβαίνοντας κανονικώς την κλίμακα και ο πατήρ της και εν συνεχεία κτυπώντας την κάπου  κάπου την συνόδευσεν έως την οικίαν των.

Εκ του γεγονότος αυτού, εδημιουργήθη ψυχρότης μεταξύ της Παναγής και των γονέων της.

Δεν την επέτρεψαν οι γονείς της την Παναγήν να μνηστευθή και νυμφευθή τον εξ Εμμανουήλ Παπά (Δοβίστας) εραστήν της και αυτή με την σειράν της ηρνείτο να μνηστευθή και να νυμφευθή εν Νέω Σουλίω με οιονδήποτε νέον της επρότεινον οι γονείς της.

Τελικώς αύτη ενυμφεύθη είς το χωρίον Αγιον Πνεύμα, επαρχίας Σερρών, νομού Σερρών, τον Παραπάνην Δημήτριον, ένθα και έζησε το υπόλοιπον της ζωής της.

Η ειρημένη Παναγή ήτο χωλή (κουτσή). Ο δεξιός της πους είχεν βλάβην τυνα και εχώλαινεν.

Η βλάδη του ποδός της προήρχετο από τα κτυπήματα της βασταγοριάς και το κατρακύλισμα της κλίμακος της καπναποθήκης «μαγαζί», του αείμνηστου Ζαχαροπούλου  Γεωργίου.

Τόσον η ειρημένη Παναγή όσον και ο σύζυγος της Παραπάνης Δημήτριος δεν ευρίσκονται σήμερον εν ζωή.

Η Παναγή απεβίωσε το έτος 1972 εις το Αγιον Πνεύμα.

Το ανδρόγυνον Δημήτριος και Παναγή Παραπάνη απέκτησε τα εξής πέντε (5) τέκνα, ήτοι:

1.   Παραπάνην Κωνσταντίνον.

2.  Παραπάνην Πέτρον, όστις έχει θυγατέρα ονόματι  Παναγή.

3.   Παραπάνην Αθανάσιον,  όστις απεβίωσεν,  η σύζυγος του όμως, ονόματι  Βασιλική,  ευρίσκηται εν ζωή.

4.  Παραπάνη Βαρβάραν, ήτις απεβίωσεν εις παιδικήν ηλικίαν.

5.   Παραπάνην Βασιλικην, ήτις απεβίωσεν εις παιδικήν ηλικίαν.

Η Παναγή Γκόγκα είχε τα εξής αδέλφια, τέως κατοίκους εν ζωή Νέου Σουλίου Σερρών, 1) Γκόγκαν Στέργιον, 2) Γκόγκαν Δημήτριον, 3) Γκόγκαν Νικόλαον 4) Γκόγκαν Θεόδωρον, 5) Γκόγκα Ευαγγελίαν σύζυγον Κυριακοπούλου Στεργίου και 6) Γκόγκαν Γεώργιον.

Το τραγούδιον «Η  ΠΑΝΑΓΗ» έχει ως ακολούθως:

Η ΠΑΝΑΓΗ

Η Παναγή μας πάη για να πασταλιάζη (δις)

στού Γιωργούση το μαγαζί. —(δίς)

Τι γυρεύς εδώ αρή Παναγή (δίς)

Τι σμπουρίζς με τις Ντουβισνοί. —(δις)

Γώ δεν ήρτα τάτα δια τς Ντουβισνοί (δις)

μόν' ήρτα να ιδώ την Μάρθα. —(δίς)

Σάν αρπάχνει Γκόγκας τ' βασταγαριά (δϊς)

δέκα κρούει και μια μετρά

κ' απ' την σκάλα τ' κουρδουκλά.—

Μη το κρούς βρε Γκόγκα το κουρτσούδ' (δις)

το κουρτσούδ' είναι μικρό

μόν' τριάντα δυο χρονών.—

Ταύτα προς απόδειξιν της αληθείας και αποκατάστασιν της παρατυπίας της καταγωγής του τραγουδιού.

Εν Θεσσαλονίκη τη 12η Ιουνίου  1980

Θοεφάνης Ζαχαρίου Χαλέμης*

Οδός Κονδυλάκη αριθ. 4

Τάς πληροφορίας μοί παρέσχον οι 1) Γκόγκας Θεολόγος του Στεργίου, κάτοικος Νέου Σουλίου Σερρών, όστις τυγχάνει ανηψιός από αδελψόν της ειρημένης Παναγής, 2) Πατραμάνη Ευαγγελία χήρα Χρήστου, κάτοικος Θεσσαλονίκης και 3) Αλεξούδα Μαγδαληνή χήρα του Θωμά, κάτοικος Αγίου Πνεύματος Σερρών.

 

 

(*) Ο Θεοφ. Χαλέμης είναι απόστρατος ανθυπασπιστής Χωροφυλακής, που κατάγεται από το χωριό Νέο Σούλι (Σουμπάσκϊοι) Σερρών. Τώρα διαμένει στη Θεσ/νίκη. Συχνά γράφει για τα λαογραφικά του χωρίου του.

 

Προσαρμογή εργασίας:

Αθανασιάδης Αθανάσιος

athanasiadi@sch.gr